- Πανηγυρικός λόγος του Δημητσανίτη Καθηγητή Οικονομικής Ιστορίας, ΒΑΣΙΛΗ ΚΑΡΔΑΣΗ, κατά τον εορτασμό της 203ης Επετείου της Α΄ Πελοποννησιακής Γερουσίας (Στεμνίτσα, Ι.Μ. Ζωοδόχου Πηγής, 4 Αυγούστου 2024)
Η ελληνική επανάσταση είναι αναμφισβήτητα ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της Ευρώπης του 19ου αιώνα. Και δεν είναι εθνικός εγωισμός αυτός. Τι είναι όμως αυτό που διαφοροποιεί τον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα, από το να συνιστά μια απλή εξέγερση εναντίον των κατακτητών Οθωμανών; Εξεγέρσεις έγιναν αρκετές πριν από το 1821, και έγιναν και από άλλους λαούς στην οθωμανική επικράτεια. Συνεπώς, πού βρίσκεται αυτό που ξεχωρίζει την επανάσταση του 1821; Στην επιτυχία της, στην κατάκτηση της ανεξαρτησίας, θα μπορούσε να πει κάποιος, μα αυτό είναι μια εκ των υστέρων απόδειξη.
Βρίσκεται στην εξαρχής διατύπωση βούλησης για τη θέσπιση οργάνωσης διοίκησης και συνταγματικών κανόνων, με απλά λόγια την ίδρυση νέου κράτους. Ιδού λοιπόν, το ζητούμενο, η δημιουργία θεσμών. Άρα, δεν πρόκειται για μια απλή εξέγερση δυσαρεστημένων ή καταπιεσμένων, πρόκειται για ένα έθνος που εξεγείρεται και διεκδικεί την απελευθέρωσή του, προκειμένου να δημιουργήσει ένα νεωτερικό κράτος.
Σ’ αυτό το σύστημα αρχών ανήκει και η Πελοποννησιακή Γερουσία, και βεβαίως όλα τα σχετικά σώματα που θα δημιουργηθούν στην πορεία και φυσικά οι εθνοσυνελεύσεις του Αγώνα. Η διατύπωση του διαγγέλματος που εκδίδει η Γερουσία στις 30 Μαΐου του 1821 στη Στεμνίτσα είναι σαφέστατη: «… και ούτω εξακολουθήτε οι μεν έφοροι εις τα πολιτικά, οι δε στρατηγοί εις τα στρατιωτικά με την πρέπουσαν επιμέλειαν και προσοχήν …». Με άλλα λόγια οι πρόκριτοι και οι κοινοτικές αρχές να ασκούν τη διοίκηση, οι δε οπλαρχηγοί να έχουν την ευθύνη της καθοδήγησης των στρατιωτικών συγκρούσεων. Προϋπόθεση είναι η ενιαία εξουσία. Όσοι παρακούσετε και αποφύγετε τη συμμετοχή στον ιερό αγώνα της ελευθερίας «… δεν θέλετε έχει και εις το εξής κανένα δικαίωμα ούτε πατριώτας μας να ονομάζεσθε, ούτε εξουσίαν τινά να έχετε εις τα κτήματα και υπάρχοντά σας, αλλά όλα αυτά θέλη να είναι του κοινού …». Ιδού η επιβολή του κοινωνικού, του δημοσίου στην ατομικότητα των επιλογών.
Η Γερουσία ήδη από τη συγκρότησή της στη μονή Καλτεζών αποκτά καθολική -τρόπον τινά- εξουσία, απολυταρχική θα λέγαμε, «… να συσκέπτωνται, προβλέπωσι και διοικώσι…» όλες τις επαρχίες του Μωριά. Έχουν εγερθεί πλείστα ζητήματα για το δημοκρατικό κύρος της Γερουσίας. Πόθεν προέκυψαν οι προσκλήσεις για συμμετοχή στη συνέλευση των εκπροσώπων των επαρχιών, ο αποκλεισμός των οπλαρχηγών και τα ανάλογα. Βρισκόμαστε στον Απρίλιο-Μάιο του 1821. Οι μόνοι που διαθέτουν κοινωνική δύναμη και ευρύτερη αποδοχή είναι οι τοπικοί πρόκριτοι και οι επικεφαλής της εκκλησίας. Αυτοί θα κρίνουν και τις εξελίξεις σ’ αυτή την εντελώς πρώιμη φάση του απελευθερωτικού αγώνα.
Για να δούμε το προφίλ των ανθρώπων που συγκροτούν τη Γερουσία. Πρόεδρος ο Θεοδώρητος επίσκοπος Βρεσθένης, ο Αρκάς ιερωμένος από τη Νεμνίτσα, ο Σωτήρης Χαραλάμπης, ο σημαντικός πρόκριτος των Καλαβρύτων, ο Αθανάσιος Κανακάρης έμπορος και πρόκριτος της Πάτρας, ο Αναγνώστης Παπαγιαννόπουλος από τους Δεληγιανναίους των Λαγκαδίων και της Καρύταινας, ο Θεοχαράκης Ρέντης Κορίνθιος πρόκριτος, κι ο προύχοντας της Κυπαρισσίας Νικόλαος Πονηρόπουλος. Τοποθετούν αρχιστράτηγο τον Πετρόμπεη, τι πιο φυσικό, τον έμπλεο κύρους ηγέτη των Μανιατών.
Οι αδιαμφισβήτητοι προύχοντες με άλλα λόγια, εκπρόσωποι ισχυρών οικογενειών που συνδέονται με συγγενικούς δεσμούς κατόπιν επιγαμιών μεταξύ τους. Συνήθως είναι οι ενοικιαστές των προσόδων, οι εκμισθωτές γαιών σε ακτήμονες χωρικούς, συνεπώς άτομα που κατέχουν οικονομική δύναμη. Και μόνο αυτές οι ιδιότητες είναι αρκετές για να δικαιολογήσουν την άσκηση πολιτικής επιρροής στον αυτοδιοικούμενο κοινοτικό χώρο. Φυσικώ τω λόγω δηλαδή εκλέγονται ως πρόκριτοι των χωριών και των επαρχιών. Είναι τόση η κοινωνική τους δύναμη, που η δεξίωσή τους από την οθωμανική εξουσία, το απολύτως ζητούμενο δηλαδή, είναι εύλογη και δικαιολογημένη. Αυτοί κυριαρχούν στα πολιτικά πράγματα πριν την επανάσταση, ορισμένοι θα κατηχηθούν στην εταιρεία των Φιλικών, παρά τις εύλογες -για την κοινωνική τους θέση- επιφυλάξεις τους, θα μετάσχουν εξαρχής στον Αγώνα. Ποιοι άλλοι να συγκροτήσουν τη Γερουσία, αν όχι αυτοί;
Οι οπλαρχηγοί; Να είμαστε δίκαιοι. Η παληκαριά τους κι ο ανυπότακτος χαρακτήρας τους έναντι της οθωμανικής εξουσίας μπορεί να υμνείται και να τραγουδιέται στο δημοτικό τραγούδι, πλην όμως παραμένουν εχθρικά πρόσωπα για τους κοτζαμπάσηδες και τον κόσμο που οι τελευταίοι επηρεάζουν. Θυμίζουμε την περιπέτεια που υπέστη ο πρωτοσύγκελος Άνθιμος Ανδριανόπουλος, πρόκριτος των Γαργαλιάνων το 1806, όταν στη μετακίνησή του από τον τόπο του προς την Τριπολιτσά συνελήφθη από ληστές με επικεφαλής τον Κολοκοτρώνη. Του ζητήθηκαν λύτρα για την απελευθέρωσή του, κρεμάστηκε επί ώρες ανάποδα μέσα σε πηγάδι, κι όταν απελευθερώθηκε, με τη συνεργασία της εκκλησίας και της οθωμανικής διοίκησης ξεκίνησε η καταδίωξη των Κλεφτών. Έχει γράψει σημαντικό άρθρο επ’ αυτού ο συμπατριώτης Στεμνιτσιώτης καθηγητής Γιάννης Αλεξανδρόπουλος. Προέρχονται από τον κόσμο της ένοπλης παρανομίας που πολλές φορές μετατρέπεται σε νόμιμη δραστηριότητα, κάποιοι -όπως ο Κολοκοτρώνης, εναλλάσσοντας ρόλους σε αρματολό και κάπο. Θα κερδίσουν επιρροή και εκτίμηση, και θα διεκδικήσουν μέρος της εξουσίας προϊόντος του χρόνου, όσο δηλαδή θα κατευθύνουν και θα πετυχαίνουν νίκες στα πεδία των μαχών.
Ας γυρίσουμε στις αποφάσεις της Γερουσίας. Στις 30 Μαΐου στη Στεμνίτσα εκδίδεται προκήρυξη με την οποία οι έφοροι της Γερουσίας εντέλλονται να επιτηρήσουν την είσπραξη της δεκάτης, εκεί όπου απελευθερώνονται εδάφη. Απαγορεύεται οι εμπορευματικές ανταλλαγές διατροφικών προϊόντων, κι αυτό είναι εύλογο, ώστε πρωτίστως να εξασφαλιστεί η επάρκεια της διατροφής ανθρώπων και ζώων. Απαγορεύονται οι μετακινήσεις χωρίς άδεια των εφόρων. Να φυλακίζονται όσοι παρακούν τις αποφάσεις της Διοίκησης.
Αυταρχικός ο χαρακτήρας των διαταγών προφανώς. Αλλά ο τρόπος συγκρότησης, το πολιτικό και κοινωνικό προφίλ των μελών της Γερουσίας και τέλος οι πολεμικές συνθήκες αυτά υπαγόρευαν.
Έχει ξεκινήσει η πολιορκία της Τριπολιτσάς, κι αυτή είναι η σημαντικότερη στρατιωτική επιχείρηση των πρώτων μηνών. Καθοριστικός για τα ζητήματα της διοίκησης θα αποδειχθεί ο ερχομός του Δημήτρη Υψηλάντη στις 7 Ιουνίου στην Ύδρα. Προέρχεται από πριγκιπική οικογένεια και περιβάλλεται το κύρος του απεσταλμένου του αδελφού του, του Αλέξανδρου, ο οποίος πρωτοστάτησε στην εξέγερση της Μολδοβλαχίας. Τον υποδέχονται οι πάντες με τιμές και σεβασμό, ανάμεσά τους και τα μέλη της Γερουσίας. Γρήγορα θα στραφούν εναντίον του. Διότι ο πρίγκιπας που ορίζεται ως αρχιστράτηγος των ελληνικών ένοπλων σωμάτων, εξαρχής θα αποτελέσει ένθερμο υποστηρικτή των στρατιωτικών. Ο Κανέλλος Δεληγιάννης ισχυρίζεται, ότι ενώ τους άρχοντες τους υποδέχτηκε καθισμένος στην πολυθρόνα του και με απλή κίνηση του κεφαλιού, με τους στρατιωτικούς και τους νησιώτες σηκώθηκε και φιλήθηκε με ενθουσιασμό.
Αιτία πάντως της σύγκρουσης στάθηκαν οι διαφορές που ανέκυψαν ανάμεσα στη Γερουσία και τον Δημήτρη Υψηλάντη σχετικά με το περιεχόμενο του Οργανισμού της Πελοποννήσου, του καταστατικού χάρτη δηλαδή της πελοποννησιακής διοίκησης. Ο Υψηλάντης πρότεινε ένα σχέδιο δημοκρατικής υφής με την εξουσία να αποδίδεται στα μέλη της Βουλής που θα εκλεγόταν. Ο ίδιος διατηρούσε τη θέση του προέδρου της Βουλής με δικαίωμα ελέγχου των αποφάσεών της. Το σημαντικότερο; Καταργούσε την Πελοποννησιακή Γερουσία!
Η Γερουσία στη δική της αντιπρόταση διατηρούσε την πρωτοκαθεδρία και επιφύλασσε για τα μέλη της τον πρώτο λόγο στα της κατανομής της εξουσίας. «… εις τα Βέρβαινα ο Υψηλάντης εγύρευε να κάμη πράγματα οπού δεν άρεζαν των αρχόντων και έτσι εφιλονίκησαν», λέει ο Κολοκοτρώνης. Ο Υψηλάντης δυσαρεστήθηκε από την εμμονή των προκρίτων, αποχώρησε από το στρατόπεδο των Βέρβαινων, απειλήθηκαν οι πρόκριτοι από τους ένοπλους του στρατοπέδου, και σώθηκαν με την παρέμβαση του Κολοκοτρώνη.
Οι οπαδοί του Υψηλάντη (ο ενθουσιώδης Παπαφλέσσας και ο πολυσχιδής Αναγνωσταράς) διέρρεαν ότι οι κοτζαμπάσηδες ήθελαν απλώς να διαιωνίσουν την προεπαναστατική εξουσία τους, αυτή την οποία καταδίκαζε ο ανώνυμος συγγραφέας του 1812 στο σατιρικό κείμενο του Ρωσσαγγλογάλλου. Βάζει τον κοτζάμπαση να εξομολογείται: «Τους πτωχούς σκληρά τους τυραννούσα/όμως τους Τούρκους πολλά τους αγαπούσα».
Ουσιαστικά βρισκόμαστε μπρος στη χρόνια αντίθεση, για την οποία μίλησα παραπάνω. Την αντίθεση ανάμεσα στους πρόκριτους που συναπαρτίζουν τη Γερουσία και τους στρατιωτικούς που εκπροσωπεί εν προκειμένω ο Υψηλάντης. Οι μεν πρόκριτοι της Γερουσίας έμμεσα διακηρύσσουν ότι αντλούν δικαιώματα από τον εμφατικά δημοκρατικό χαρακτήρα της κοινοτικής διοίκησης που ασκούσαν επί δεκαετίες. Διακινούν ότι ο Υψηλάντης με τη στήριξη των στρατιωτικών επιχειρεί να επιβάλλει ένα μοναρχικό καθεστώς.
Η πραγματικότητα βρίσκεται κάπου στη μέση. Πράγματι οι πρόκριτοι επιχειρούσαν να διαφυλάξουν τα κεκτημένα της εξουσίας που διέθεταν επί οθωμανικής περιόδου. Και πράγματι ο Υψηλάντης στο όνομα της τόσο αόριστης πλην όμως ελπιδοφόρας «Ανώτατης Αρχής», προσπαθούσε με τη στήριξη των όπλων να επιβάλλει μια προσωποπαγή αρχή.
Βρισκόμαστε μόλις στους πρώτους μήνες, αυτά γίνονται τον Ιούνιο του 1821, κι ενώ συνεχίζεται η πολιορκία της έδρας του πασαλικίου, της Τριπολιτσάς. Η φωτιά της εμφύλιας διαμάχης είναι έτοιμη ν’ ανάψει. Μετά την άλωση του Σεπτεμβρίου, οι όροι της σύγκρουσης δεν είχαν αλλάξει. Αντιθέτως μάλιστα, οι στρατιωτικοί και ειδικά ο Κολοκοτρώνης είχαν περιβληθεί με την επιτυχία της κατάληψης της έδρας του πασαλικίου του Μωρηά, αναβαθμίζοντας σημαντικά την επιρροή τους ανάμεσα στους επαναστατημένους.
Ο Υψηλάντης στις 6 Οκτωβρίου εκδίδει μια εντελώς επιθετική προκήρυξη, απευθυνόμενος στους Πελοποννησίους: «… ήλθον δια να σας δώσω νόμους δικαίους και δικαστήρια αμερόληπτα … καιρός είναι επί τέλους να παύση η τυραννία, όχι μόνον εκείνη των Τούρκων, αλλά και η τυραννία των ατόμων εκείνων, τα οποία συμμεριζόμενα τα αισθήματα των Τούρκων, ζητούν να βλάψουν και να καταπιέσουν τον λαόν». Οδεύουμε προς την εμφάνιση της πρώτης εμφύλιας σύρραξης, ανάμεσα στους στρατιωτικούς και τους προκρίτους του Μωρηά που θα εξελιχθεί το 1823.
Εμείς τελικά ας μείνουμε στα της Γερουσίας, αποτιμώντας τον ρόλο της. Ήταν πράγματι σημαντική η συγκρότησή της στη μονή Καλτεζών; Πολύ! Το μαρτυρούν όλοι σχεδόν ανεξαιρέτως οι πρωταγωνιστές του Αγώνα, που έγραψαν απομνημονεύματα. Ο Σπυρίδων Τρικούπης, ο Νικόλαος Σπηλιάδης, ο Αμβρόσιος Φραντζής, αν τους χαρακτηρίσουμε περισσότερο αντικειμενικούς. Και οι ξένοι ιστοριογράφοι, όπως ο Μπαρτόλντι κι ο Πρόκες-Όστεν αποδίδουν μεγάλη σημασία στην ύπαρξή της.
Η Πελοποννησιακή Γερουσία συνιστά τον οργανισμό που δημιουργήθηκε από τον πρώτο καιρό της επανάστασης, κατορθώνοντας με τις αποφάσεις να συντονίσει τον Αγώνα, να σχεδιάσει τη διοίκηση των Ελλήνων, να επιβάλλει τους αναγκαίους κανόνες και τις απαραίτητες πειθαρχίες. Πρέπει να αποτιμάται σε συνάρτηση με το μακραίωνο καθεστώς της κατάκτησης, τις δεδομένες αυτοδιοικητικές εξουσίες που είχαν συγκροτηθεί στη διάρκεια της οθωμανοκρατίας, τα ήθη και τις νοοτροπίες του κόσμου των προκρίτων που τη συγκρότησαν.
Σε τελική ανάλυση στην ιστορία δεν αξιολογούμε συμπεριφορές και δράσεις των ανθρώπων του παρελθόντος, καθήκον μας είναι να τις ερμηνεύουμε. Δεν καλούμαστε να πάρουμε το μέρος κάποιων έναντι κάποιων άλλων, ένας τέτοιος ρόλος αδικεί την επιστήμη. Να κατανοήσουμε το παρελθόν, αυτή η ελκυστική διαδικασία της γνώσης είναι το μέλημα των ιστορικών.
Και πόσος έπαινος αξίζει στη Στεμνίτσα; για να μιλήσουμε με όρους πανηγυρικού της γιορτής μας. Πολύς! Εν πρώτοις η Γορτυνία ειδικότερα και η Αρκαδία στο σύνολό της αποτέλεσαν για λόγους που δεν είναι της στιγμής, την κοιτίδα της ελληνικής επανάστασης. Η Στεμνίτσα είχε τον δικό της ρόλο στα πράγματα. Αρχικά οι άνθρωποι: Ο Αντώνιος Πελοπίδας, σεμνός κατηχητής της Φιλικής εταιρείας, όργωσε όλο τον ελληνισμό για να στηρίξει τον αγώνα. Οι Αλεξανδροπουλαίοι πρόκριτοι που πήραν τα όπλα εξαρχής πρωταγωνιστές στις μάχες. Ο Ρήγας Παλαμήδης με τις υπηρεσίες του ως γραμματέας στη Γερουσία και μετέπειτα στο απελευθερωμένο κράτος από περίοπτες θέσεις. Η οικογένεια Ροϊλού που μέλη της στρατεύτηκαν εξαρχής. Ο Αριστομένης Κουβαράς, που εκκινώντας από την επανάσταση της Μολδοβλαχίας, συμμετείχε σε μάχες της Πελοποννήσου, για να σκοτωθεί άδικα από τον Χατζηχρήστο στον Καρβουνάρη στη διάρκεια του εμφυλίου. Και πολλοί άλλοι.
Δίκαια τιμάται η Στεμνίτσα για την Πελοποννησιακή Γερουσία. Εκκίνησε από τις Καλτεζές για να μεταφερθεί γρήγορα στην πιο ασφαλή περιοχή της Στεμνίτσας. Η πόλη έγινε έδρα της πρώτης διοίκησης του επαναστατημένου Μωρηά, κι αυτό συνιστά ξεχωριστή τιμή.
Εδώ εκδόθηκαν οι πρώτες σημαντικές προκηρύξεις της επανάστασης. Εδώ καλλιεργήθηκε ο σχεδιασμός των επιχειρήσεων και ο καθορισμός των διοικητικών πράξεων που ήταν καταλυτικές για την εξέλιξη των πρώτων επεισοδίων. Εδώ πήρε σχήμα ο πανεθνικός χαρακτήρας της επανάστασης ως παλιγγενεσία.
Τιμή και Μνήμη της πρέπουν αιωνίως της Στεμνίτσας.