
ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΑΡΟΥΤΑ
Ένα ποίημα εμπνευσμένο από το πολύνεκρο ναυάγιο αλιευτικού σκάφους, το οποίο μετέφερε εκατοντάδες μετανάστες και το οποίο σημειώθηκε στα ανοιχτά της Πύλου στις 14 Ιουνίου 2023.
Από την απέναντι ακτή
ανεβήκαμε,
με μια βαλίτσα όνειρα.
Να ζήσουμε μια ήσυχη ζωή
κι ας ήταν φτωχική!
Γλυκειά πατρίδα, σε κούρσεψαν
ΒΑΡΒΑΡΟΙ
για χρήμα λιμασμένοι.
Άνδρα, πατέρα χάσαμε
και μείναμε μοναχοί,
οι βόμβες πέφτουνε βροχή
δίπλα μας και σιμά μας!
Οι δύο ψυχούλες μου οι μικρές
στην αγκαλιά μου κούρνιασαν
και καρδιοκτυπούσαν.
Μανούλα, πάμε να φύγουμε!
Εδώ δεν έχουμε ζωή,
άδικο να πεθάνουμε
και κρίμα να χαθούμε.
Το σαπιοκάραβο άρχισε
να μπατάρει.
Τα μανιασμένα κύματα
με δύναμη κτυπούσαν.
Καταμεσίς του πελάγου
το πλοίο μας βουλιάζει.
Στα παγωμένα κύματα,
στης νύκτας το σκοτάδι,
έχασα τα παιδάκια μου.
Άδειασε η αγκαλιά μου.
Μα ποιος Θεός τη θέλησε
αυτή τη συμφορά,
να μείνω έρημη μοναχή
σ’ αυτόν τον ξένο τόπο,
δάκρυα καυτά στα μάτια μου,
δεν θέλω τη ζωή μου!
Εκεί καθώς εβάδιζα
στης έρημιάς το δρόμο,
μέσα από τα μάτια τα θαμπά
με δάκρυα γιομισμένα,
είδα ένα χέρι ν’ απλώνεται,
να σφίγγει το δικό μου.
Κράταμε να σε κρατώ,
να περπατήσουμε μαζί
στη μαύρη τη ζωή μας,
την ίδια μοίρα είχαμε,
το ίδιο ριζικό!
Χάσαμε τα κομμάτια μας
και μείναμε μισοί.
Ένα στρέμμα άγονης γης
μας δώσανε στα ξένα,
παλαίψαμε οι δύο μαζί
πιασμένοι χέρι χέρι.
Κοντά στην ακροποταμιά,
πολλά μέτρα πιο κάτω,
πέτρες κι άμμο φέραμε,
νερό από το ποτάμι,
σ’ εκείνο το κομμάτι γης
που οι αρχές μάς χάρισαν,
πρόχειρο κατάλυμα κτίσαμε,
σιγά σιγά που έγινε καλύβι
και γύρω γύρω απ’ αυτό
έγινε περιβόλι.
Δένδρα με τους γλυκούς καρπούς!
Κατσίκες και κοτούλες.
Στα πέντε χρόνια διαμονής
δύο παιδάκια φέραμε
στον κόσμο τούτο!!
Νέα ζωή αρχίσαμε
κι ο ήλιος έλαμψε ξανά
στη δύσμοιρη ζωή μας
Ανάσες πήραμε,
τα μάτια ανοιγοκλείσαμε
και προχωρήσαμε!
Μαρία Μαρούτα