Το μνημείο που λέγεται «ελληνική γλώσσα»

Ζούμε κατά καιρούς στον πυρετό αρχαιολογικών ανακαλύψεων, χερσαίων και θαλάσσιων. Ζούμε την αποκάλυψη μοναδικών μνημείων, όντως μοναδικών ευρημάτων, «μορφών ιδανικών κι αγαπημένων», όπως θα έλεγε ο ποιητής. Ζούμε στον πυρετό των διαβουλεύσεων για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα, επίσης «μορφών ιδανικών κι αγαπημένων». Πολύ καλά κάνουμε! Άξιος ο μισθός μας.

Κανείς όμως δεν έκανε ποτέ λόγο, ούτε καν ενδιαφέρθηκε για το μνημείο που κουβαλάμε μαζί μας, μέσα μας, όσοι το κουβαλάμε ακόμα, το μνημείο που λέγεται «ελληνική γλώσσα». Γιατί πράγματι είναι μνημείο η ελληνική γλώσσα. Είναι το μνημείο που επέζησε σεισμών και καταποντισμών της Ιστορίας μας χωρίς ποτέ να το φροντίσουμε, χωρίς ποτέ να το αναστηλώσουμε, το αντίθετο, όλο και το φθείρουμε, όλο και το κουτσουρεύουμε, όλο και το γκρεμίζουμε…

Δεν ξέρουμε προφανώς την αξία του, ίσως μάς είναι τόσο οικείο που το προσπερνάμε. Αλλά η ελληνική δεν είναι μόνο η δική μας μητρική γλώσσα, είναι η μητρική γλώσσα της επιστήμης (Physics, Cosmology, Mathematics, Biology) είναι η μητρική γλώσσα της φιλοσοφίας (Ontology, Metaphysics, Epistemology, Ethics) είναι η μητρική γλώσσα της τεχνολογίας (Technology), άρα ολόκληρου του σύγχρονου πολιτισμού. Πώς λοιπόν θα τον καταλάβουμε χωρίς αυτήν; Τα παιδιά στα ξένα πανεπιστήμια, πριν αρχίσουν να σπουδάζουν την επιστήμη τους μαθαίνουν ορολογία, δηλ. την ελληνική ορολογία μεταφερμένη στη γλώσσα τους· οι υποψήφιοι της ιατρικής π.χ. στη Γερμανία παρακολουθούν το λεγόμενο Das grosse Graecum -τουλάχιστον στα χρόνια μου έτσι ήταν.

Πρόσφατα άκουσα σε κανάλι της γαλλικής τηλεόρασης (TV5) ότι οι Γάλλοι επαναφέρουν στα σχολεία τους το μάθημα της ορθογραφίας, δηλ. της υπαγόρευσης κειμένου και της γραπτής απόδοσής του από τους μαθητές. Και το ακόμη σπουδαιότερο, ότι για να προσληφθεί κάποιος σε οποιαδήποτε εταιρεία ή τέλος πάντων θέση εργασίας, εξετάζεται εκτός των άλλων και στην ορθογραφία!

Τα μνημεία μας κάποια στιγμή θα αποκαλυφθούν όλα σε όλο τους το μεγαλείο. Τα γλυπτά του Παρθενώνα κάποια στιγμή θα επιστρέψουν στον τόπο τους –ελπίζω. Τη γλώσσα μας όμως ποιός θα μας την δώσει πίσω; Τη γλώσσα που εμείς οι ίδιοι με τη θέλησή μας, την απεμπολήσαμε –ας μην υποπτευόμαστε εδώ ξένους δακτύλους. Εμείς είπαμε το διάλειμμα μπρέϊκ, εμείς είπαμε το εντάξει ο-κ, εμείς σχεδόν δηλώσαμε ότι θέλουμε επίσημη γλώσσα τα αγγλικά, εμείς καταργήσαμε τις ελληνικές επιγραφές στα μαγαζιά μας, εμείς μιλάμε στον τόπο μας ξενικά, λες και είναι τίτλος τιμής να μιλάς ξενικά. Εμείς, σπεύδουμε, στις επιστημονικές συναντήσεις που γίνονται στον τόπο μας να μιλάμε ξενικά ή να ανακατεύουμε ξενικές εκφράσεις στο λόγο μας, τάχα επειδή έχουμε σπουδάσει σε ξένες χώρες και μεταφέρουμε την επιστημονική ορολογία. Μα αν δεν μπορείς να μεταφέρεις στη μητρική σου γλώσσα την ορολογία σημαίνει ότι δεν την καταλαβαίνεις, ότι δεν την έχεις κάνει κτήμα σου.

Αυτά είναι φαινόμενα σχετικά πρόσφατα και βαρύνουν εμάς «τους ζώντες και περιλειπόμενους». Γιατί έχουμε γνωρίσει σοφούς δασκάλους, σπουδαγμένους στο εξωτερικό, με σεβασμό και ευλάβεια στη μητρική τους γλώσσα, που μάλιστα κατηγορούσαν την ξένη γλώσσα για δυσκαμψία και έλλειψη ευκρίνειας. Έχουμε γνωρίσει δασκάλους που αντί να μεταφέρουν ατόφιους τους ξενικούς όρους στην πατρίδα, όπως γίνεται τώρα, μετέφεραν την ελληνική γλώσσα και ορολογία στα διεθνή κέντρα, όπου κι αν μιλούσαν, δείχνοντας ότι μπορεί κάποιος να μιλάει αγγλικά με ελληνικές λέξεις, γιατί οι ρίζες των ξένων λέξεων, τουλάχιστον των επιστημονικών, είναι ελληνικές -πρόκειται, μεταξύ άλλων, για τον αείμνηστο περίφημο οικονομολόγο Ζολώτα.

«Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική το σπίτι φτωχικό…» έχει πει ο ποιητής. Εμείς τι θα δώσουμε στα παιδιά και τα εγγόνια μας;

Το σπίτι σίγουρα φτωχικό, τη γλώσσα όμως; γκρίκλις;

Κική Αλατζόγλου-Θέμελη