- Μια συγκλονιστική περιγραφή του Προέδρου του Συλλόγου Καρυτινών, Γιώργου Αδαμόπουλου
Σπάνια συναντά κανείς κείμενα με τόση απλότητα, υψηλή αισθητική, γραμμένα χωρίς δόλο και πολιτικές σκοπιμότητες, που να σε κερδίζουν από την πρώτη παράγραφο· κείμενα που ξεκάθαρα βλέπεις πως ο συγγραφέας τα έγραψε για να μοιραστεί μαζί σου την ομορφιά της περιπέτειας που βίωσε, την εικόνα που ίδιος αποθαύμασε, κείμενα που αναξέουν τις μνήμες, που καλλιεργούν την εγρήγορση για να μη χάσουμε και τα τελευταία «πετράδια» της προαιώνιας οικοδομικής τέχνης, της ατόφιας αρχιτεκτονικής του παρελθόντος, τις πολιτισμικές παρακαταθήκες των προγόνων μας, τις τόσο ακριβά πληρωμένες από τον ιδρώτα και το αίμα των πατεράδων και παππούδων μας.
Το κείμενο του Προέδρου του Συλλόγου Καρυτινών «Ο Θ. Κολοκοτρώνης», Γιώργου Αδαμόπουλου, το οποίο μας εστάλη προχθές, για τη Γέφυρα στου Μάναρη, είναι συγκλονιστικό απ’ όλες τις απόψεις και ας μην περάσει απαρατήρητο από τη Δημοτική Αρχή Τρίπολης. Εξάλλου, επικαιροποιεί το θέμα της προστασίας των μνημείων του Σιδηροδρόμου της Πελοποννήσου, ως καθολικό αίτημα των Αρκάδων, και (ει δυνατόν) την επαναλειτουργία του έστω και για τουριστικούς – πολιτιστικούς σκοπούς.
Ακολουθεί το κείμενο του κ. Αδαμόπουλου:
ΜΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗ ΕΚΠΛΗΞΗ, ΜΕ ΛΙΓΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ, ΣΤΟ ΠΡΟΧΘΕΣΙΝΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΡΥΤΑΙΝΑ
Για χρόνια, περνώντας από τα τελευταία διόδια, στα συχνά ταξίδια μου για Μεγαλόπολη – Καρύταινα, παρατηρούσα στο βάθος αριστερά το πάνω μέρος μιας εντυπωσιακής τοξοτής γέφυρας της καταργημένης πλέον σιδηροδρομικής γραμμής της Πελοποννήσου (ΣΠΑΠ).
Πάντα είχα την επιθυμία να την επισκεφθώ και να την φωτογραφήσω, αλλά δεν το τολμούσα, αφενός γιατί δεν ήξερα πως να την προσεγγίσω, αφετέρου ήμουν πάντα βιαστικός να φθάσω το συντομότερο δυνατόν στον τελικό προορισμό μου, την Καρύταινα
Παράλληλα οφείλω να ομολογήσω, ότι ποτέ δεν μπήκα στον κόπο να ψάξω στο διαδίκτυο για να μάθω περισσότερα για την εντυπωσιακή αυτή γέφυρα.
Προχθές Κυριακή έτυχε να έχω άνεση χρόνου. Έτσι μετά από πληροφορίες που πήρα από την ευγενική υπάλληλο των διοδίων, η ίδια μου άνοιξε μια μπάρα που υπάρχει δεξιά αμέσως μετά τα διόδια, αλλά ταυτόχρονα με προειδοποίησε ότι δεν υπάρχει δυνατότητα επανεισόδου στην εθνική οδό, ώστε να συνεχίσω το ταξίδι μου προς τον τελικό προορισμό μου. Ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες της υπαλλήλου των διοδίων, βρέθηκα σε λίγο προ μιας τεράστιας έκπληξης. Βρέθηκα μπροστά σε ένα μεγαλειώδες τεχνικό έργο και τώρα μοιράζομαι μαζί σας τις εντυπώσεις μου και τρείς από τις πολλές φωτογραφίες που τράβηξα.
Μπροστά μου είχα μια εντυπωσιακή, υψηλής αισθητικής, οκτάτοξη, πετρόχτιστη, τεράστια, σιδηροδρομική γέφυρα, που εκτιμώ ότι το μήκος της υπερβαίνει τα 100 μέτρα. Η γέφυρα που σημειωτέον διατηρείται σε άριστη κατάσταση, χωρίς την παραμικρή φθορά του χρόνου, εδράζεται σε 10 κωνικά θηριώδη πετρόχτιστα βάθρα που απέχουν μεταξύ τους περί τα 12 μέτρα. Το μέγιστο ύψος της γέφυρας εκτιμώ ότι υπερβαίνει τα 25 μέτρα και το πλάτος του καταστρώματος που φέρει τις σιδηροτροχιές είναι 4,25 μέτρα.
Επί τόπου καμία απολύτως πληροφόρηση. Καμία πινακίδα ή κάποιο stand με πληροφοριακό υλικό για την επιβλητική κολοσσιαία κατασκευή. Μόνο από μετέπειτα έρευνα στη βιβλιογραφία, όταν επέστρεψα στην Αθήνα, πληροφορήθηκα ότι η εντυπωσιακή αυτή γέφυρα είναι η μεγαλύτερη πετρόκτιστη τραινογέφυρα των Βαλκανίων, η οποία εγκαινιάστηκε το έτος των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων που έγιναν στην Ελλάδα το 1896. Μελετήθηκε και κατασκευάστηκε από Γάλλους ειδικούς μηχανικούς – γεφυροποιούς, στα πλαίσια του τεράστιου για την εποχή εκείνη έργου –σήμερα δυστυχώς απαξιωμένου– κατασκευής του σιδηροδρομικού δικτύου της Πελοποννήσου, γνωστού ως ΣΠΑΠ (Σιδηρόδρομοι Πειραιώς Αθηνών Πελοποννήσου).
Μετά από μικρής διάρκειας παραμονής και θαυμασμού της μνημειακής κατασκευής που είχα μπροστά μου, αποφάσισα να συνεχίσω το ταξίδι μου προς Μεγαλόπολη. Πήρα την κατεύθυνση προς την εθνική οδό. Πουθενά, ούτε μία πινακίδα που να δείχνει στον επισκέπτη την προσέγγιση προς τις γειτονικές μεγάλες πόλεις Τρίπολη η Μεγαλόπολη. Δυο τρεις φορές οδηγήθηκα σε αδιέξοδους δρόμους. Στην απελπισία μου αποφάσισα να γυρίσω πάλι πίσω προς τη γέφυρα και στη συνέχεια να προχωρήσω μέχρι το χωριό Μάναρη, ένα – δύο χιλιόμετρα μακρύτερα, για να μάθω τον τρόπο απεγκλωβισμού μου. Ευτυχώς εκεί βρήκα έναν κάτοικο ο οποίος με πληροφόρησε για την διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσω. Ακολούθησα πιστά τις οδηγίες του –να είναι καλά ο άνθρωπος– και σύντομα βρέθηκα με ανακούφιση στον παλιό δρόμο Τρίπολης – Μεγαλόπολης.
Η ευχάριστη, έστω και με κάποια περιπέτεια, έκπληξη που βίωσα με βάζει σε ορισμένους προβληματισμούς που θέλω να μοιραστώ μαζί σας.
Είναι δυνατόν σαν κοινωνία να αντιμετωπίζουμε τόσο σημαντικά μνημεία με τέτοια απαξία; Δεν είναι καθήκον της τοπικής αυτοδιοίκησης η προβολή τέτοιων σπουδαίων μνημείων;
Είναι τόσο δύσκολο να έχουμε τους γύρω δρόμους με κατάλληλη σηματοδότηση, ώστε να διευκολύνονται οι επισκέπτες;
Είναι τόσο δύσκολο σε τέτοιας σπουδαιότητας και κλίμακας μνημεία, να υπάρχει κάποια στοιχειώδης πληροφόρηση με κατάλληλη πινακίδα ή stand;
Μήπως για ένα τόσο σπουδαίο μνημείο, πολύ κοντά στα διόδια, αξίζει τον κόπο να μελετηθεί πρόσβαση από και προς την εθνική οδό με κατάλληλη σηματοδότηση και χρήση του υπάρχοντος μετωπικού σταθμού διοδίων; Υπάρχει έξοδος, γιατί όχι και είσοδος;
Μια τέτοια μεγαλειώδης κατασκευή δεν έπρεπε ήδη να είναι χαρακτηρισμένη νεώτερο μνημείο και να τυγχάνει της προστασίας και της φροντίδας του Υπουργείου Πολιτισμού;
Γιώργος Αδαμόπουλος
Πρόεδρος Συλλόγου Καρυτινών «Ο Θ. Κολοκοτρώνης»
Αθήνα 29/5/2024