- Του ΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΙΚΟΠΟΥΛΟΥ
Στο facebook των Λαγκαδινών Νέων, το οποίο διαχειρίζεται ο κ. Κανέλλος Γιαννικόπουλους, εντοπίσαμε το παρακάτω κείμενο του δικηγόρου και διδάκτορα της Φιλοσοφίας του Εδιμβούργου, Ηλία Γιαννικόπουλου, εκ Λαγκαδίων, για τον φόνο του Πάνου Κολοκοτρώνη στο χωριό Θάνα της Τρίπολης και το οποίο δημοσιεύεται με αφορμή την επέτειο του θανάτου του:
«Αγαπητοί φίλοι,
Σαν σήμερα στις 13 Νοεμβρίου 1824 σκοτώθηκε στον Δεύτερο Εμφύλιο πόλεμο από αδελφικό βόλι ο πρωτότοκος γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη Πάνος έξω από το χωριό Θάνα στα νότια της Τριπολιτσάς. Ο νεκρός θάφτηκε την επομένη στη Συλήμνα, όπου βρισκόταν ο πατέρας του και οι σύντροφοί του. Ήταν τόσος ο πόνος του πατέρα για την απώλεια του αγαπημένου παιδιού του, που δεν είχε το κουράγιο να παραστεί στην κηδεία του!!!
Σας στέλνω επί τη ευκαιρία της θλιβερής αυτής επετείου ένα σχετικό γραπτό τεκμήριο από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, που νομίζω ότι δεν έχει δημοσιευθεί και ότι έχει αρκετό ενδιαφέρον:
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης ήταν πρωτότοκος υιός του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη και ένας από τους πιο μορφωμένους Πελοποννήσιους της εποχής του. Ο πατέρας του τον αγαπούσε ιδιαίτερα και έκανε πολλά σχέδια για το μέλλον του, προορίζοντάς τον για διάδοχό του. Κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως του 1821 ο Πάνος Κολοκοτρώνης έγινε το «δεξί χέρι» του πατέρα του, ο οποίος και τον διόρισε σε σημαντικά στρατιωτικά αξιώματα επιφορτίζοντάς τον με σπουδαία και απαιτητικά καθήκοντα.
Δυστυχώς, η Μοίρα άλλα σχεδίαζε για τη ζωή του Πάνου Κολοκοτρώνη! Έτσι πολύ πρόωρα του έκοψε το νήμα της ζωής, όταν ο φέρελπις νέος ήταν μόνο 26 ετών! Ο άτυχος Πάνος ήταν ασφαλώς το σημαντικότερο θύμα του εμφυλίου πολέμου που ταλάνισε σε δυο φάσεις τη μαχόμενη Ελλάδα κατά τα έτη 1823 και 1824, όταν δηλαδή ακόμα δεν είχε ελευθερωθεί ο τόπος από τους εχθρούς! Ενώ στον πρώτο εμφύλιο ο ανταγωνισμός υπήρχε μεταξύ πολιτικών (ή ολιγαρχικών) και στρατιωτικών (ή δημοκρατικών), στον λεγόμενο δεύτερο εμφύλιο η πολιτική διαπάλη, που έφτασε μέχρι την ένοπλη σύγκρουση, ήταν μεταξύ των Πελοποννησίων (πολιτικών και στρατιωτικών) κατά των Νησιωτών και Ρουμελιωτών, που με Πρόεδρο του Εκτελεστικού (Πρωθυπουργό) τον Υδραίο καραβοκύρη Γεώργιο Κουντουριώτη νέμονταν όλα τα αξιώματα και είχαν παραμερίσει από τα πολιτικά και στρατιωτικά πράγματα όλους σχεδόν τους Πελοποννήσιους ηγέτες.
Κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς τι συνέβη την αποφράδα εκείνη ημέρα της 13 Νοεμβρίου 1824, όταν ο Πάνος Κολοκοτρώνης βρήκε τον θάνατο από αδελφικό βόλι κοντά στο χωριό Θάνα στα νότια της Τριπολιτσάς. Σε άλλο επίκαιρο σημείωμά μας είχαμε παρουσιάσει όλες τις υπάρχουσες σχετικές πηγές και κυρίως την άποψη των ιστορικών και απομνημονευτών του Αγώνα, με προεξάρχουσα βέβαια την άποψη του μοναδικού αυτόπτη μάρτυρα του συμβάντος Θεόδωρου Ρηγόπουλου, γραμματικού του Πάνου Κολοκοτρώνη.
Στο παρόν σημείωμα θα παρουσιάσω την επίσημη αναφορά ενός πρωταγωνιστή των γεγονότων εκείνης της θλιβερής ημέρας, που ήταν αρχηγός των «κυβερνητικών» δυνάμεων στην Τριπολιτσά. Είναι ένα έγγραφο που απόκειται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και απ’ όσο εγώ γνωρίζω δεν έχει μέχρι σήμερα δημοσιευθεί.
Με το έγγραφο αυτό ο Βάσιος Μαυροβουνιώτης εκθέτει προς το Εκτελεστικό (Κυβέρνηση) τις ενέργειές του για την καταπολέμηση των «εναντίων», δηλ. των αντικυβερνητικών δυνάμεων (ή «ανταρτών», όπως τους αποκαλούσαν) στα περίχωρα της Τριπολιτσάς (Άγιο Σώστη, Βουνό, κ.λπ.). Περιγράφει τα πολεμικά περιστατικά, τους ενημερώνει για την αιχμαλωσία του Στάικου Σταϊκόπουλου και τους πληροφορεί με μεταφορικές λυρικές εκφράσεις για τον θάνατο του Πάνου Κολοκοτρώνη («τον εστείλαμε εις τον Πλούτωνα»).
Αναλαμβάνοντας πλήρως την ευθύνη για το ατυχές συμβάν, συμπληρώνει ότι επισυνάπτει και τις επιστολές που ανεύρε πάνω στον σκοτωμένο Πάνο, και, επειδή φοβάται για τυχόν αντεκδικήσεις από τους αντιπάλους τους, ζητά από την Κυβέρνηση επειγόντως και επιμόνως βοήθεια («ιμτάτι») σε στρατιώτες και πολεμοφόδια, καθώς και ένα άλογο προς κάλυψη των προσωπικών αναγκών του.
Η αναφορά του Βάσου Μαυροβουνιώτη προς το Εκτελεστικό έχει ως εξής:
Προς το Σ(εβαστόν) Εκτελεστικόν Σώμα
Χθες με την βοήθειαν του Θεού και με την ευχήν της Πατρίδος/ εις το χωρίον Άγιον Σώστην ήτον ο Στάικος Σταϊκόπουλος./ Ημείς, αφ’ ού τους ερρίχθημεν, επιάσαμεν τον Στάϊκον ζώντα/ και άλλους μερικούς, χωρίς να βλαφθή από ημάς ψυχή./ Περί δε τας 6 ώρας της ημέρας, ο Γενναίος με τριακοσίους/ αιφνιδίως μας παρρησιάσθη. Αμέσως εξεκινήσαμε κατ’ αυτού/ μερικά μπαϊράκια και ημείς οι λοιποί εβαστούσαμε το χωρίον/ Βουνόν. Μετ’ ολίγον μας εβγήκεν από το μέρος της παλαιάς Τριπο/λιτζάς ένα άπειρον πλήθος οπού μας εσιάστισαν μην/ ηξέροντες τι να κάμωμεν. Μόλον τούτο με την βοήθειαν του Θεού,/ αφ’ ου τους ετσακίσαμεν, εστείλαμεν και εις τον Πλούτωνα τον Πάνον/ Κολοκοτρώνην.
Σ(εβαστή) Διοίκησις, από τα γράμματα οπού εβρήκαμε εις τον Πάνον συμπεραίνομεν ότι είναι/ διοργανισμός μέγας, μάλιστα και τα ίδια χωρία οπού ευρισκό/μεθα και με αυτά συνεννοήθη. Δια τούτο όσον τάχος δια τον / Θεόν ιμτάτι, δια να μη (μ)πάθωμεν κανένα άτοπον. Το ογλη/γορώτερον ιμτάτι, ιμτάτι! Συμπεραίνομεν να ήτον όλοι έως/ 4000. Μάλιστα τώρα με τον φόνον του Πάνου ίσως μας πέ/σουν περισσότεροι. Δια τούτο χωρίς αργοπορίαν να γίνη ξεκίνη/σις των στρατευμάτων. Εις την ιδίαν ώραν χθές οπού επολεμούσαμε,/ μας ερρίφθη από το πλευρόν του χωρίου και ο Δεληγιάννης. Ημείς/ ελπίζομεν έως (τώρα) να έχετε στρατεύματα ξεκινημένα. Δια τούτο/ ας λάβη μέτρα η Σ(εβαστή) Δ(ιοίκησις), οπού υστερούμεθα και πολεμο/φόδια. Μένομεν με σέβας. Οι πατριώται
Από χωρίον Βουνόν τη 13 9βρίου 1824
Βάσιος Μαυροβουνιώτης
και οι λοιποί (στο αριστερό περιθώριο, καθέτως)
Σας περικλείονται και τα Γράμματα οπού ευρήκαμε εις Πάνον
Ή δυνατόν να μου σταλθή κανένα άλογον, διότι απέκαμον εις τα βουνά,/ επειδή και είμαι πτωχός και δεν έχω γρόσια να αγοράσω
Δημοσιεύεται επίσης φωτογραφία του εν λόγω αρχειακού τεκμηρίου.
Καλό βράδυ σε όλους:
Έρρωσθε ευδαιμονούντες!
Ηλίας Γιαννικόπουλος»