- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΟΥΛΙΩΝΗ
Λίγο πριν την εκπνοή του πρώτου τετάρτου του 21ου αιώνα, φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχει αναδυθεί πλέον ένα νέο διεθνές σύστημα με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Έντονη ρευστότητα, αναβίωση του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων με οικονομικό πρόσημο που υποκρύπτει φυσικά ιδεολογικές διαφορές, την ανάδειξη νέων περιφερειακών δυνάμεων και φυσικά, την καθιέρωση της Κίνας στο παγκόσμιο στερέωμα ως μια από τις ισχυρότερες χώρες με μεγάλες πιθανότητες πρωτοκαθεδρίας στο άμεσο μέλλον.
Από το περασμένο καλοκαίρι η Κίνα δήλωσε ότι περιορίζει τις εξαγωγές κρίσιμων μετάλλων για την παραγωγή ημιαγωγών, όπως το γάλλιο και το γερμάνιο. Η κίνηση αυτή θεωρείται αντίποινα για τους περιορισμούς των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις πωλήσεις ημιαγωγών και εξοπλισμού κατασκευής τσιπ στην Κίνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 85% των σπάνιων γαιών που εισήγαγαν οι ΗΠΑ προήλθε από την Κίνα, ενώ και η Ευρώπη προμηθεύεται το 70% των αναγκών της σε γάλλιο από την Κίνα και το 45% σε γερμάνιο.
Η άμεση απάντηση της Ευρώπης ήταν ο περιορισμός των επενδύσεων στο εξωτερικό για την απόκτηση κρίσιμων υλικών, δηλαδή την αγορά σπάνιων γαιών από την Κίνα, αλλά με οδυνηρό τρόπο συνειδητοποίησαν ότι το απόθεμα εντός Ε.Ε. δεν είναι μεγάλο, ενώ η επένδυση για την εξεύρεση αντίστοιχων γαιών στις χώρες μέλη απαιτεί πολύ χρόνο. Η Ευρώπη πιάστηκε στον ύπνο για ακόμη μία φορά, ακολουθώντας πιστά τις ΗΠΑ στον “ολισθηρό” δρόμο των κυρώσεων. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία η Ε.Ε. έσπευσε να διακόψει τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, με αποτέλεσμα την εκτίναξη του πληθωρισμού, την αύξηση των τιμών σε βασικά αγαθά, την έντονη λαϊκή δυσαρέσκεια και τελικά, την ανάδειξη της ακροδεξιάς ως κύρια πολιτική δύναμη στην Ευρώπη. Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι διχάστηκε η Ευρώπη, καθώς για πολύ καιρό τα κράτη μέλη δεν συμφωνούσαν για τις κυρώσεις που έπρεπε να επιβληθούν στη Ρωσία.
Το ίδιο πρόβλημα φαίνεται να αναδύεται τώρα σε ό,τι αφορά τη στάση των χωρών μελών της Ε.Ε. απέναντι στην Κίνα, καθώς κάποιες από αυτές αρνούνται να διακινδυνεύσουν τις εμπορικές σχέσεις με το Πεκίνο. Ειδικά οι μεγάλες γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες διατηρούν δεκάδες εργοστάσια στην Κίνα.
Οι ΗΠΑ, όμως, έχουν ασκήσει έντονη πίεση στην Ευρώπη για να διακόψει την εξαγωγή μηχανών λιθογραφίας στην Κίνα που είναι απαραίτητες για την παραγωγή ημιαγωγών. Η Ολλανδία που είναι πρωτοπόρος σε αυτόν τον βιομηχανικό τομέα, αναγκάστηκε μετά από πίεση των Αμερικανών να διακόψει την εξαγωγή των κρίσιμων αυτών μηχανών, προκαλώντας τη μήνιν του Πεκίνου.
Στην αυγή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί το σημείο εκκίνησης. Στην εποχή του ψηφιακού κόσμου η τεχνητή νοημοσύνη διαπερνά όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας, άμυνα και ασφάλεια, ενέργεια, μεταφορές, υγεία και τέλος, το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Οι ΗΠΑ και η Κίνα είναι οι μεγαλύτερες χώρες στον κόσμο που επενδύουν τα περισσότερα κεφάλαια στην τεχνητή νοημοσύνη και εκεί σταματούν οι ομοιότητες μεταξύ των δύο ανταγωνιστών. Η αμερικανική αντίληψη εδράζεται στο φιλελεύθερο μοντέλο, την ανάπτυξη δηλαδή της σχετικής τεχνολογίας από ιδιωτικές εταιρείες, καθορίζοντας οι ίδιες την στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουν. Στον αντίποδα, η Κίνα μέσω του κρατικού παρεμβατισμού, εφαρμόζει μια συγκεντρωτική πολιτική απέναντι στο σύνολο του ψηφιακού κόσμου, με το κράτος να δίνει τις κατευθύνσεις στις εταιρείες που ασχολούνται με την τεχνητή νοημοσύνη.
Αυτός ο γεωστρατηγικός ανταγωνισμός των δύο χωρών αποτελεί έναν ιδιότυπο αγώνα δρόμου για την πρωτοκαθεδρία στην τεχνητή νοημοσύνη, με τη μορφή οικονομικού πολέμου. Οι ΗΠΑ από τη μία πλευρά επιβάλλουν οικονομικές κυρώσεις σε κινεζικές εταιρείες με το πρόσχημα της παραβίασης των κανόνων ανταγωνισμού και αθέμιτων τακτικών. Η Κίνα από την άλλη εφαρμόζει την τακτική των επιχορηγήσεων των κρατικών εταιρειών, αντιγραφής εμπορικών μυστικών και χειραγώγηση του εθνικού νομίσματος, προκειμένου να ενισχύσει τις εξαγωγές.
Όποια χώρα καταφέρει να αποκτήσει το τεχνολογικό προβάδισμα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, θα της επιτρέψει να επικρατήσει στρατιωτικά και οικονομικά έναντι της άλλης και να εδραιωθεί ως παγκόσμιος επικυρίαρχος.